Η ερώτηση του Κώστα Πουπάκη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Σε απάντησή του ο Επίτροπος κ. Rehn στην ερώτηση με αριθμό E-000889/2012 αναφορικά με την Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και το μισθολογικό κόστος, σημειώνει μεταξύ άλλων: "Η ελληνική κυβέρνηση προώθησε τον διάλογο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, με στόχο την επίτευξη συμφωνίας για την στήριξη της ανταγωνιστικότητας, της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Η έκβαση του διαλόγου αυτού δεν ήταν ικανοποιητική όσον αφορά τη διαμόρφωση μιας ελπιδοφόρας στρατηγικής, και κατόπιν τούτου, η κυβέρνηση συμφώνησε στην ανάληψη δράσης ώστε να συμβάλει στην επίτευξη των συγκεκριμένων στόχων, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης νομοθεσίας σχετικά με τα επίπεδα των μισθών που καθορίζονται στην ΕΓΣΣΕ στη μεταρρύθμιση του συστήματος καθορισμού των μισθών και στην προώθηση της επαναδιαπραγμάτευσης των συλλογικών συμβάσεων στην αύξηση της δυναμικής των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας στην αντιμετώπιση θεμάτων κληρονομιάς σε πρώην κρατικές επιχειρήσεις· στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας και στην καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας και εισφοροδιαφυγής".
Πιστεύοντας ότι τα αποτελέσματα ενός ελεύθερου κοινωνικού διαλόγου δεν μπορεί να χαρακτηρίζονται ικανοποιητικά ή μη εκτός και αν υπάρχει σαφής επιθυμία για την έκβασή του, ερωτάται η Επιτροπή:
- Δεδομένου ότι υπήρξε απόλυτη συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων για ζητήματα που με βάση το νόμο στην Ελλάδα, καθορίζονται στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου μέσα από ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις, πώς η κατάσταση που περιγράφεται (ακύρωση κοινωνικής συμφωνίας και κυβερνητική παρέμβαση) συνάδει με τη διαφύλαξη και προαγωγή του κοινωνικού διαλόγου - δέσμευση που έχει αναλάβει η Επιτροπή;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου