Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2019

ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ: Παρέμβαση στη Δημόσια Διαβούλευση για το νέο ΕΣΕΚ

 
Κύριε Υπουργέ
Η πρωθυπουργική δέσμευση για το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων ξάφνιασε πολλούς αλλά ανησύχησε πολύ περισσότερους. Σίγουρα, η εξαγγελία του πρωθυπουργού προβληματίζει σοβαρά δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στη Δυτική Μακεδονία και την Αρκαδία και ο λόγος είναι απλός:
- Οι οικονομίες των περιοχών, όπου η ΔΕΗ αναπτύσσει λιγνιτική δραστηριότητα εδώ και έξι δεκαετίες, είναι άμεσα
εξαρτημένες από αυτή και το σβήσιμο των μονάδων θα έχει σοβαρότατες επιπτώσεις και όχι μόνον οικονομικές.
Όμως οι αρνητικές επιπτώσεις δεν περιορίζονται σε τοπικό επίπεδο. Αντίθετα, η απόφαση έχει σαφείς επιπτώσεις σε εθνικό επίπεδο και μάλιστα σοβαρές επιπτώσεις.
Με δεδομένο ότι θα χρειαστούν αρκετά ακόμη χρόνια για την πλήρη ικανοποίηση των αναγκών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είναι επόμενο ότι η χώρα μας θα χρειαστεί μονάδες παραγωγής που θα μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες ηλεκτροδότησης σε συνθήκες πυκνής νέφωσης και άπνοιας.
Είναι εύκολα αντιληπτό ότι τη θέση των λιγνιτικών μονάδων που θα κλείσουν θα πάρουν οι μονάδες φυσικού αερίου με ότι αυτό συνεπάγεται για την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας μας από ένα εισαγόμενο καύσιμο που, σε αντίθεση με τον εγχώριο λιγνίτη, είναι εκτεθειμένο όχι μόνον σε οικονομικούς (διακυμάνσεις τιμών) αλλά και σε γεωπολιτικούς κινδύνους.
Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι μόλις το 2016, η χώρα μας αντιμετώπισε σοβαρό πρόβλημα εξαιτίας της έλλειψης φυσικού αερίου. Το black out αποφεύχθηκε χάρη στις λιγνιτικές μονάδες της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας.
Είναι ακριβώς αυτοί οι λόγοι που προκαλούν ανησυχία και προβληματισμό για τη σκοπιμότητα της κυβερνητικής επιλογής την ίδια στιγμή που άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία χρησιμοποιούν άνθρακα, δεν βιάζονται καθόλου και θα συνεχίσουν να παράγουν ενέργεια πολύ πέρα από το 2028.
Η Γερμανία θα παράγει ενέργεια από ανθρακικούς σταθμούς μέχρι το 2038 ενώ η Πολωνία και η Τσεχία για πολύ περισσότερο.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει αυτή την επιλογή και βέβαια θα κριθεί για αυτή. Είναι όμως σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι το οικονομικό κόστος αυτής της επιλογής δεν έχει αποτιμηθεί και βέβαια ούτε είναι γνωστά, ούτε πολύ περισσότερο η κυβέρνηση έχει προσδιορίσει τα οικονομικά οφέλη αυτής της επιλογής. Αντί αυτών το μόνο που προβάλλεται είναι το μήνυμα της πράσινης οικονομίας και η ελπίδα για βιώσιμη ανάπτυξη!
Χωρίς συγκεκριμένους στόχους, ούτε καν υποθέσεις, η χώρα εγκαταλείπει το λιγνίτη, ένα εγχώριο καύσιμο, που συνέβαλε αποφασιστικά στην οικονομική πρόοδο της Ελλάδας και θα μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά στην ανάκαμψή της μετά από την επώδυνη οικονομική κρίση που κράτησε μια δεκαετία.
Αναφορικά με τις αιτιάσεις του υπουργείου για το υπέρογκο κόστος των λιγνιτικών μονάδων που επιβαρύνουν τη ΔΕΗ με 300 εκατ. ευρώ το χρόνο και πως θα άξιζε «να πληρώνονται οι εργαζόμενοι χωρίς να δουλεύουν», η απάντηση είναι απλή. Μπορεί να κλείσουν οι μονάδες (για να μην υπάρχει και το νομικό βάρος στις πλάτες του υπουργείου) αλλά με κάποιο τρόπο η κυβέρνηση θα πρέπει να μεριμνήσει για την επάρκεια και την ασφάλεια του συστήματος. Επειδή πιστεύουμε πως είναι απαραίτητες οι λιγνιτικές μονάδες για αυτούς τους λόγους πρέπει να αποζημιώνονται.
Στη δεδομένη οικονομική συγκυρία όπου η χώρα πρέπει να στηριχτεί σε επιχειρήσεις στρατηγικού χαρακτήρα όπως η ΔΕΗ και σε δικούς της πόρους όπως το εθνικό καύσιμο, για να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, η κυβέρνηση επιλέγει το φυσικό αέριο, το οποίο εκτός από κοστοβόρο δεν είναι και «αθώο»: κατά την καύση του παράγεται –αν και σε μικρότερες ποσότητες- διοξείδιο του άνθρακα (CO2). Σε περίπτωση μάλιστα που έχουμε και διαρροή πριν την καύση του, τότε οι επιπτώσεις για το περιβάλλον, σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι πολύ χειρότερες.
Είναι γνωστό, σε όσους παροικούν στην «ενεργειακή Ιερουσαλήμ» ότι το δυσβάστακτο κόστος της εκπομπής ρύπων που «φορτώθηκε» η ΔΕΗ, θα μπορούσε να αποφευχθεί. Δυστυχώς, την ώρα που άλλες χώρες της Ε.Ε. (Πολωνία, Τσεχία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, Κροατία, Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία & Σλοβακία) με παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη έπαιρναν δωρεάν δικαιώματα εκπομπής ρύπων CO2, οι κυβερνήσει στη χώρα μας απεμπόλησαν αυτό το δικαίωμα.
Οι προκλήσεις της προστασίας του περιβάλλοντος είναι παρούσες και κανείς δεν της αγνοεί. Ωστόσο, είναι βασικό να εξετάζουμε κάθε φορά τις επιπτώσεις των επιλογών μας. Η χώρα μας δεσμεύεται από τις αποφάσεις των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι μέρος πολυμερών συνθηκών για το κλίμα όπως αυτή του Παρισιού. Τις ίδιες υποχρεώσεις και δεσμεύσεις έχουν και άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ όπως η Γερμανία, η Πολωνία και η Τσεχία τα οποία όμως, διατηρούν τον άνθρακα στο ενεργειακό τους μίγμα.
Είναι συνετό λοιπόν στους σχεδιασμούς να προχωράμε με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες και ανάγκες και να προσεγγίζουμε τους στόχους με τη μέγιστη δυνατή ευελιξία. Το κόστος της μιας ή της άλλης λύσης έχει σημασία. Γιατί θα πρέπει να απαξιωθούν λιγνιτικοί σταθμοί σύγχρονης τεχνολογίας όπως αυτοί της Μελίτης και της Μεγαλόπολης αλλά και ο πλέον σύγχρονος της Ευρώπης, η Πτολεμαίδα V; Και αυτό δεν αφορά μόνον στο εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα της απόσβεσης.
Στη Δυτική Μακεδονία, οι σύγχρονες μονάδες μπορούν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους και στη δεκαετία του 2030 όπως ο ΑΗΣ Μελίτης, η 5η μονάδα του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου και βέβαια η νέα μονάδα «Πτολεμαΐδα 5».
Αντίστοιχα, στη Μεγαλόπολη μπορούν να συνεχίσουν να λειτουργούν η Μονάδα 3 μέχρι το 2025 και η Μονάδα 4 έως το 2032, γεγονός που θα επιτρέψει την πλήρη αξιοποίηση των απολήψιμων κοιτασμάτων.
Η βεβιασμένη κίνηση της κυβέρνησης για το κλείσιμο των λιγνιτικών σταθμών δίνει μάλλον λάθος εντυπώσεις για το δρόμο που έχει διανύσει η χώρα μας σχετικά με τους στόχους (20-20-20) που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και μάλιστα βρίσκεται πολύ πιο μπροστά από άλλες όπως η Ολλανδία.
Είναι εντυπωσιακό ότι η λιγνιτική παραγωγή στη χώρα μας έχει μειωθεί δραματικά στη διάρκεια της τελευταίας 15ετίας. Μεταξύ του 2004 και του 2019 η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη υποτετραπλασιάστηκε! Από 63% έπεσε στο 18% ως ποσοστό συμμετοχής στη συνολική ηλεκτροπαραγωγή. Οι απώλειες για το λιγνίτη ήταν «κέρδη» για το φυσικό αέριο: Από 15,5% που είχε το 2004 έφθασε να είναι πλέον το βασικό καύσιμο ηλεκτροπαραγωγής με 49% (με στοιχεία Σεπτεμβρίου). Την ίδια περίοδο η συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών από το 1,5% έφθασε στο 27% σήμερα. Αυξήθηκε ,σχεδόν κατά 14 φορές! Η αλματώδης αύξηση των ΑΠΕ πληρώθηκε «ακριβά» από τους καταναλωτές μέσω του ΕΤΜΕΑΡ, το οποίο αυξήθηκε κατά 11.000% καθώς από 0,30ευρω ανά MWh έφθασε στα 27 ευρώ η MWh.
Παράλληλα, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι αυτή η δραματική μείωση της λιγνιτοπαραγωγής σήμανε και τη μείωση, κατά ανάλογο τρόπο, των εκπομπών ρύπων εξαιτίας της καύσης λιγνίτη.
Συμπερασματικά, η χώρα μας δεν υστερεί σε επιδόσεις έναντι των άλλων χωρών. Αντίθετα, βρίσκεται μεταξύ των χωρών που έχουν προχωρήσει.
Η θέση μας λοιπόν είναι σαφής: Μπορούμε να προχωρήσουμε με ένα συγκροτημένο σχέδιο που θα προβλέπει τη σταδιακή απόσυρση των παλαιών λιγνιτικών μονάδων και συνέχιση της λειτουργίας τους μέχρι την ολοκλήρωση του χρόνου ζωής των νεότερων μονάδων.
Αυτό θα επιτρέψει την οικονομική εκμετάλλευση των μονάδων, έστω και με τις απαιτούμενες μικρής έκτασης επενδύσεις, μέχρι την εξάντληση των κοιτασμάτων και παράλληλα η ύπαρξη αυτών των λίγων μεγάλων μονάδων παραγωγής θα θωρακίσει ενεργειακά τη χώρα μας.
Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να συνεχιστεί η λειτουργία των Μονάδων 3 και 4 του ΑΗΣ Καρδιάς μέχρι την ένταξη στο σύστημα της νέας Μονάδας Πτολεμαΐδα 5.
Συνέχιση της λειτουργίας των Μονάδων 1 και 2 του ΑΗΣ Αμυνταίου και ταυτόχρονα εξεύρεση λύσης για την περιβαλλοντική τους αναβάθμιση προκειμένου να λειτουργήσουν μέχρι την εξάντληση των κοιτασμάτων της περιοχής Αμυνταίου.
Αντίστοιχες περιβαλλοντικές επενδύσεις και στις Μονάδες 3 και 4 του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου προκειμένου να λειτουργήσουν τουλάχιστον μέχρι το 2030.
Μετά την περιβαλλοντική αναβάθμιση της Μονάδας 5 του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου επιβάλλεται αυτή να διατηρηθεί στο σύστημα τουλάχιστον μέχρι το 2035.
Επίσης, διατήρηση των Μονάδων 1 και 2 του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου εντός του συστήματος με βάση και την Μελέτη Επάρκειας Ισχύος του ΑΔΜΗΕ.
Ολοκλήρωση της κατασκευής της νέας Μονάδας Πτολεμαΐδα 5 και διατήρηση της στο σύστημα τουλάχιστον μέχρι το 2050.
Επίσης, η διαδικασία αυτή θα ελαχιστοποιήσει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της απολιγνιτοποίησης που ελάχιστα έχουν υπογραμμιστεί. Το βίαιο κλείσιμο των λιγνιτωρυχείων εγείρει το ζήτημα της αποκατάστασης των εδαφών που εκτείνονται σε χιλιάδες στρέμματα, ζήτημα που απασχολούσε έως τώρα αποκλειστικά τη ΔΕΗ. Ομοίως εξαιρετικά σοβαρό είναι το ζήτημα της αυτανάφλεξης του λιγνίτη με όλες τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα έχει για τις γειτνιάζουσες περιοχές.
Η ευθύνη της κυβέρνησης αλλά και όλων όσοι συμμετέχουν στο δημόσιο διάλογο για την απολιγνιτοποίηση και τη δίκαιη μετάβαση των περιοχών σε ένα νέο οικονομικό μοντέλο, είναι μεγάλη.
Ελπίζουμε ότι έχουν ήδη εκτιμηθεί οι επιπτώσεις από το πρόωρο σβήσιμο των λιγνιτικών μονάδων. Τα μεγέθη, οικονομικά και στατιστικά, είναι μεγάλα και από μόνα τους δείχνουν τις διαστάσεις του προβλήματος που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε.
Η απόφαση του πρωθυπουργού αφορά αποκλειστικά περιοχές όπου αφενός υπάρχει υψηλός βαθμός εξάρτησης της συνολικής δραστηριότητας από τη λειτουργία της ΔΕΗ και αφετέρου καταγράφονται υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Ένα βασικό πρόβλημα συνεπώς, είναι ο αντίκτυπος στη συνολική απασχόληση και στο συνολικό εισόδημα των νοικοκυριών που εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από τη δραστηριότητα της ΔΕΗ.
Η μετάβαση απαιτεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα διαμορφώνει έναν «οδικό χάρτη» για το πώς θα προχωρήσουμε και βεβαίως χρειάζεται πόρους και μάλιστα σημαντικούς πόρους.
Χρειάζεται ακόμη λεπτομερή σχεδιασμό δράσεων και μέτρων, από τα μικρά έως τα μεγαλύτερα. Και βεβαίως το ζήτημα της τηλεθέρμανσης των πέντε πόλεων είναι ένα από αυτά. Μάλιστα είναι από τα πλέον εμβληματικά μέτρα καθώς η αξιοποίηση της θερμικής ενέργειας των λιγνιτικών σταθμών επέδρασε θετικά – καταλυτικά στο περιβάλλον, αφαιρώντας τους ρύπους των κεντρικών θερμάνσεων που δημιουργούσε η καύση πετρελαίου από δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά.
Οι περιοχές σε μετάβαση χρειάζονται ένα νέο αναπτυξιακό – οικονομικό μοντέλο και ένα νέο μακρόπνοο σχέδιο το οποίο θα μπορεί να εκτιμήσει τις ανάγκες και να προτείνει τα κατάλληλα μέτρα. Ο νέος παραγωγικός προσανατολισμός της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας χρειάζεται γενναίες αποφάσεις και γενναίες επενδύσεις. Διαφορετικά θα γίνουμε μάρτυρες μιας νέας εσωτερικής μετανάστευσης που θα πλήξει άμεσα τις δύο περιοχές.
Με στατιστικούς όρους, για κάθε μια θέση εργασίας στη ΔΕΗ που θα καταργηθεί κινδυνεύουν άμεσα άλλες τρεις στον ιδιωτικό τομέα. Επίσης, για κάθε 10.000 τόνους παραγόμενου λιγνίτη συντηρούνται άλλες 3,5 θέσεις εργασίας. Είναι αντιληπτό πόσο άμεσες θα είναι οι επιπτώσεις και αυτές πρέπει να προλάβουμε.
Στα ορυχεία και τους σταθμούς της Δυτικής Μακεδονίας έχουμε 5.508 άμεσες θέσεις εργασίας (ΔΕΗ) και με στατιστικούς όρους 15.000 θέσεις συνολικά, άμεσα και έμμεσα. Αυτό είναι ένα σημαντικό μέγεθος γιατί αφορά 15.000 νοικοκυριά και κατά συνέπεια οι μεταβολές που συζητάμε θα αφορούν περισσότερους από 45.000 ανθρώπους (εργαζόμενοι και μέλη των οικογενειών τους). Παρ΄ όλα αυτά οι εργαζόμενοι που θα επηρεαστούν στην πατρίδα μας είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό των ανθρώπων που θα πλήξει συνολικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση η ανθρακοποίηση και ανέρχεται στις 277.000.
Στην αντίθετη περίπτωση οι εξελίξεις θα έχουν αρνητικό πρόσημο και οι κοινωνικές επιπτώσεις θα είναι ραγδαίες, δίκην χιονοστιβάδας.
Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι ακόμα και τώρα, τη στιγμή της δημόσιας διαβούλευσης για το νέο Εθνικό Σχέδιο, το τόσο κρίσιμο και ζωτικό -για τις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας- ζήτημα της μετάβασης είναι άγνωστη, σχεδόν μυστική περιοχή: Κανείς δεν ξέρει τίποτα!
Με ποιες προϋποθέσεις, λοιπόν, θα πραγματοποιηθεί η «δίκαιη μετάβαση» όταν δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα αλλά ούτε καν στόχοι για το νέο παραγωγικό μοντέλο των λιγνιτικών περιοχών; Με δεδομένο ότι από τον σχεδιασμό έως την κατασκευή και τη θέση σε λειτουργία μιας λιγνιτικής μονάδας απαιτούνται τουλάχιστον δέκα χρόνια, πόσος χρόνος θα απαιτηθεί άραγε για την κατάρτιση και υλοποίηση του «Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης»;
Εξίσου προβληματικό είναι το γεγονός ότι ενώ ο προγραμματισμός που γίνεται σε ενωσιακό (ΕΕ) επίπεδο έχει ορίζοντα το 2050, το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα σταματά στο 2030. Σε σχέση με τους αντίστοιχους σχεδιασμούς των άλλων κρατών-μελών υπάρχει ένα κενό προγραμματισμού-σχεδιασμού τουλάχιστον 20 χρόνων. Και αυτό από μόνο του είναι μια επιπλέον πηγή ανησυχίας για τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς την οποία δεν αναιρεί η θέση σε διαβούλευση του νέου κειμένου για τη «Μακροχρόνια Στρατηγική για το έτος 2050».
 
                                                Για τη ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ – ΚΗΕ

                             Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                    Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
                            Γιώργος Αδαμίδης                        Αντώνης Καρράς

Τα τέσσερα στοιχεία που θα κρίνουν το business plan της ΔΕΗ

Με ένα αρκετά φιλόδοξο πενταετές επιχειρησιακό σχέδιο ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ έθεσε ως στόχο τον μετασχηματισμό της σε σύγχρονη ενεργειακή εταιρεία με υγιή κερδοφορία.
Πάντως στο δρόμο αυτό υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις. Αυτές είναι:
1. Η δεσπόζουσα θέση της ΔΕH και οι ενστάσεις της Κομισιόν
Με το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων, την ένταξη της Πτολεμαϊδας και των ΑΠΕ, η δημόσια εταιρεία ηλεκτρισμού σύμφωνα με τον κ. Στάσση θα έχει μερίδιο το 2020 στο 47% και το 2024 στο 40%. Επιπλέον, κατά τον ίδιο το μερίδιο της λιανικής σε πέντε χρόνια θα υποχωρήσει στο 50%.
Ο επικεφαλής της δημόσιας επιχείρησης όταν ρωτήθηκε για το αν η Κομισιόν επιμείνει στην έκθεση της για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στο λιγνίτη, αλλά και για την ανάγκη περιορισμού της δεσπόζουσας θέσης της, απάντησε ότι «δεν κλίνουμε όλες τις λιγνιτικές μονάδες άμεσα, αλλά σταδιακά σε βάθος πενταετίας. Το επιχείρημα ότι η εταιρεία έχει λιγνίτη και διατηρεί δεσπόζουσα θέση καταρρίπτεται», σημείωσε προσθέτοντας και αναφορικά με τη λιανική:
«Οι ποσότητες ΝΟΜΕ που έχουν πάρει οι ανταγωνιστές της εταιρείας θα χρησιμοποιηθούν με τη διάθεση προϊόντων και η ΔΕΗ θα συνεχίζει να χάνει μερίδια έως τον ερχόμενο Αύγουστο. Δεν θα χρειαστούν ΝΟΜΕ, δεν θα απαιτηθεί η πώληση υδροηλεκτρικών».
Πάντως, οι Βρυξέλλες, όπως φάνηκε από την έκθεση που δημοσιοποίησε η Κομισιόν στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας της χώρας, δεν έχει πειστεί. Οι διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν είναι ανοικτές και τίποτα δεν αποκλείει, λένε οι πληροφορίες, τη διατήρηση των ενστάσεων έναντι της χώρας.
2. Διεκδίκηση αποζημίωσης για την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων
Ο πρόεδρος της ΔΕH έκανε γνωστό ότι η εταιρεία θα κλείσει τους λιγνιτικούς σταθμούς με βάση το χρονοδιάγραμμα που ανακοίνωσε ωστόσο, πρόσθεσε ότι θα διεκδικήσει και αποζημιώσεις μέσω μηχανισμού ανάκτησης κόστους. Κατά τον ίδιο, κι άλλες χώρες της Ευρώπης το πέτυχαν και συνεπώς μπορεί και η Ελλάδα να το πετύχει.
Ωστόσο, με δεδομένο το ό,τι όπως είπε ο ίδιος ο επικεφαλής της εταιρίας πως οι λιγνιτικές μονάδες έβαζαν μέσα… την εταιρία 200 με 300 εκατ. ευρώ κρίνεται ιδιαίτερα δύσκολη η προσπάθεια της για αποζημίωση.
3. Υψηλή κερδοφορία
Η ερώτηση που ετέθη στον κ. Στάσση είχε να κάνει με το πώς η ΔΕH θα έχει τέτοια υψηλή λειτουργική κερδοφορία από τη στιγμή που θα χάνει μερίδια στην αγορά.
Σύμφωνα με τον ίδιο, τα EBITDA θα ανέβουν λόγω του κλεισίματος των ζημιογόνων λιγνιτικών μονάδων και της αύξησης της διείσδυσης της εταιρείας στις ΑΠΕ, που προφανώς δεν έχουν τα λειτουργικά κόστη που έχει μία θερμική μονάδα.
Πρόκειται για μία δύσκολη άσκηση, καθώς μεγάλο μέρος του πελατολογίου της επιχείρησης είναι όσοι έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές και επιπλέον απαιτούνται μεγάλες ταχύτητες ώστε η δημόσια εταιρεία να κατασκευάσει και να λειτουργήσει έργα ΑΠΕ, τα οποία θα τη οδηγήσουν σε μερίδιο από 2,5% σε 10 με 20% το 2024.
4. Ληξιπρόθεσμες οφειλές
Παρά τα μέτρα που έχει λάβει και η νέα διοίκηση της εταιρείας για την αντιμετώπιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών πελατών της αυτές βρίσκονται στο ύψος των 2,7 δισ. ευρώ.
Ο κ. Στάσσης εμφανίστηκε αισιόδοξος σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα του νέου προγράμματος διακανονισμού οφειλών λέγοντας πως έγιναν 80.000 ρυθμίσεις το προηγούμενο δίμηνο κι επιπλέον το τελευταίο τετράμηνο έγιναν 55.000 διακοπές ρεύματος σε στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Πάντως, η δημόσια εταιρεία έχει τεράστιο δρόμο μπροστά της, ενώ μεγάλο μέρος των χρεών της θεωρείται ανείσπρακτο.
 
(euro2day.gr)

ΑΔΜΗΕ: Αναβαθμίστηκαν τα Κέντρα Ελέγχου Ενέργειας σε Αττική, Πτολεμαΐδα και Θεσσαλονίκη

Μετά από 20 και πλέον ετών λειτουργίας, τα Κέντρα Ελέγχου Ενέργειας του ΑΔΜΗΕ αναβαθμίζονται. Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, ο Διαχειριστής ολοκλήρωσε πρόσφατα την τεχνολογική αναβάθμιση των Κέντρων Ελέγχου στο Κρυονέρι Αττικής, την Πτολεμαΐδα και τη Θεσσαλονίκη, προχωρώντας σε εκσυγχρονισμό των εργαλείων λογισμικού (software), των υλικών (hardware) και των αιθουσών ελέγχου με αντικατάσταση των αναλογικών προβολικών συστημάτων με ψηφιακά.
Το Σύστημα Ελέγχου Ενέργειας (ΣΕΕ) του ΑΔΜΗΕ αποτελεί κρίσιμη εθνική υποδομή απαραίτητη για την παρακολούθηση, τη λειτουργία και τον έλεγχο του Εθνικού Διασυνδεδεμένου Συστήματος Παραγωγής και Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας. Η παρακολούθηση και ο έλεγχος της λειτουργίας του Εθνικού Διασυνδεδεμένου Συστήματος Παραγωγής και Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, γίνεται σε πραγματικό χρόνο καθ΄ όλο το 24ωρο από το αρμόδιο προσωπικό του ΑΔΜΗΕ, που εργάζεται στους αίθουσες ελέγχου των εν λόγω Κέντρων.

Στο Κρυονέρι Αττικής στεγάζονται το Εθνικό Κέντρο Ελέγχου Ενέργειας και το Νότιο Περιφερειακό Κέντρο Ελέγχου Ενέργειας. Στην Πτολεμαΐδα λειτουργεί το Βόρειο Περιφερειακό Κέντρο Ελέγχου Ενέργειας, το οποίο μπορεί να λειτουργήσει και ως εφεδρικό Εθνικό Κέντρο Ελέγχου Ενέργειας. Ένα ακόμη Περιφερειακό Κέντρο Ελέγχου Ενέργειας λειτουργεί στη Θεσσαλονίκη.
Το έργο υλοποιήθηκε με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στα πλαίσια αυτά, ο ΑΔΜΗΕ διοργανώνει εκδήλωση για την τεχνολογική αναβάθμιση του Κέντρου Ελέγχου Ενέργειας στο Κρυονέρι, η οποία θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου στις 10:30 π.μ. Στην εκδήλωση θα παρεβρεθούν ο υπουργός Ενέργειας, κ. Κωστής Χατζηδάκης, ο υφυπουργός κ. Γεράσιμος Θωμάς και η γενική γραμματέας κ. Αλεξάνδρα Σδούκου.

ΔΕΗ: Το δίκτυο διανομής είναι περιουσία μας και εμείς θα αποφασίσουμε αν και πότε θα πουλήσουμε ποσοστό του ΔΕΔΔΗΕ

Γιάννα Παπαδημητρίου
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά που κάνει η ΔΕΗ στην τοποθέτησή της στο πλαίσιο της διαβούλευσης για το ΕΣΕΚ, όσον αφορά το δίκτυο διανομής και την πιθανή πώληση του ΔΕΔΔΗΕ.
Η ΔΕΗ στέκεται στο στόχο που θέτει το ΕΣΕΚ για τον ιδιοκτησιακό διαχωρισμό του Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας, επισημαίνοντας ότι αυτό «είναι ιδιοκτησία της ΔΕΗ Α.Ε. και το οποίο το διαχειρίζεται η 100% θυγατρική της ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε., σύμφωνα με το ισχύον νομικό και ρυθμιστικό πλαίσιο».
Ως προς το ζήτημα αυτό, η ΔΕΗ υπογραμμίζει «ότι ο ιδιοκτησιακός διαχωρισμός του Δικτύου Η/Ε και του Διαχειριστή (ΔΕΔΔΗΕ) ούτε επιβάλλεται ούτε προβλέπεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο από το νομικό και κανονιστικό πλαίσιο της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)».

Το ζήτημα από την πλευρά της ΔΕΗ θεωρείται «εξαιρετικά κρίσιμο», καθώς «ακόμα και η απλή μεταφορά των παγίων του Δικτύου Διανομής Η/Ε από τη μητρική στο ΔΕΔΔΗΕ (ακόμα και με το ΔΕΔΔΗΕ 100% θυγατρική της ΔΕΗ, δηλ. πριν από ενδεχόμενη πώληση) θα έχει σοβαρή αρνητική επίπτωση στα οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ και κυρίως στις ταμειακές ροές της, δηλαδή θα θίξει τα συμφέροντα της εταιρείας και όλων των μετόχων της».
Για το λόγο αυτό, η ΔΕΗ υπογραμμίζει ότι «διατηρεί το εκ του Συντάγματος και των Νόμων κατοχυρωμένο δικαίωμά της να αποφασίσει με αμιγώς επιχειρηματικά κριτήρια αν και κατά πόσο είναι συμφέρον για την εταιρεία και τους μετόχους της να πωλήσει Δίκτυο και Διαχειριστή Δικτύου, τι ποσοστό αυτών, με ποια διαδικασία, με ποιους όρους και με ποιο χρονισμό».
Είναι προφανές ότι η ΔΕΗ είναι υποχρεωμένη να προβεί σε μια τέτοια δημόσια τοποθέτηση, από τη στιγμή που πρόκειται για επιχείρηση εισηγμένη στο Χρηματιστήριο, η διοίκηση της οποίας είναι υποχρεωμένη να διαφυλάσσει τα συμφέροντα των μετόχων της, τόσο αυτών της πλειοψηφίας, όσο και της μειοψηφίας.
Ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να τοποθετηθεί διαφορετικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπάρχει διαφωνία μεταξύ της κυβέρνησης και της διοίκησης της ΔΕΗ.


   

Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2019

Τι προβλέπει το business plan της ΔΕΗ

Χρήστος Στεφάνου



Την απόσυρση όλων των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ μέχρι το 2023 και τη διατήρηση της Πτολεμαϊδα 5 με καύσιμο το λιγνίτη μέχρι το 2028 προβλέπει το business plan (μεσοπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο) της εταιρίας που ενέκρινε χθες το διοικητικό συμβούλιο, όπως άλλωστε είχε ήδη αποκαλύψει το ρεπορτάζ του energypress. Αυτό σημαίνει ότι το μερίδιο της εταιρείας στην ηλεκτροπαραγωγή θα υποχωρήσει στο 30%, ενώ στη λιανική ήδη από το 2020 το μερίδιό της θα πέσει στο 60%.
Η πρόβλεψη του business plan είναι ότι το EBITDA το 2020 θα είναι στα 650 - 700 και αν συνυπολογιστεί και η εφάπαξ επίπτωση από την πληρωμή των ΥΚΩ τότε αυτά θα ανέλθουν στα 850 με 900 εκ ευρώ. Καθοριστική για το αποτέλεσμα αυτό είναι η αύξηση των τιμολογίων, αλλά και το «σβήσιμο» των δυο πρώτων λιγνιτικών μονάδων το 2020 που είναι οι δυο του Αμυνταίου.

Για την περίοδο  2021-2023 τα EBITDA θα κινηθούν μεταξύ 650 και 700 εκατ. ευρώ  κατ’ ετος και το 2024 θα αγγίξουν το 1 δις ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες το business plan που παρουσίασε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Γιωργος Στάσσης στα μέλη του ΔΣ έχει ως στόχο τη διείσδυση στις ΑΠΕ προσθέτοντας στο δυναμικό της 1 Γιγαβατ έως το 2024.  Σε ότι αφορά την  Πτολεμαϊδα 5 για μετά το 2028 που θα πάψει να λειτουργεί με λιγνίτη δεν έχει αποφασισθεί τι θα γίνει και αν θα υπάρξει μετατροπή της για χρήση άλλου καυσίμου.
Με βάση όσα παρουσιάστηκαν στο ΔΣ, το 2021 θα κλείσουν οι δυο μονάδες της Καρδιάς το 2022 η Μεγαλόπολη 3 και οι τέσσερις από τις πέντε μονάδες του Αγίου Δημητρίου. Την ίδια χρόνια θα τεθεί σε λειτουργία η Πτολεμαιδα 5. Το 2023 θα κλείσουν και οι μονάδες της Μεγαλοπολης 4, της Μελίτης και του Αγίου Δημητρίου 5.
Αναφορικά με την τύχη του προσωπικού της εταιρίας, πηγές αναφέρουν ότι αναμένεται να αποχωρήσουν σταδιακά περι τους 5000 εργαζόμενους με την πλειοψηφία να προέρχεται από τις λιγνιτικες μονάδες. 
Συνολικά το 2024 θα μείνουν 11.500 εργαζόμενοι από περίπου 16.500 σήμερα.
Η ΔΕΗ θα προχωρήσει, σύμφωνα με τα όσα προβλέπει το business plan σε 1.000 προσλήψεις με τις περισσότερες να κατευθύνονται στον ΔΕΔΔΗΕ. 


https://energypress.gr/news/ti-provlepei-business-plan-tis-dei-poy-paroysiase-sto-ds-o-giorgos-stassis-kleinoyn-oi

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2019

Κρυμμένο χρυσάφι στο δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ

ΧΡΥΣΑ ΛΙΑΓΓΟΥ
 Το δίκτυο διανομής του ΔΕΔΔΗΕ απλώνεται σε 239.236 χλμ. καλύπτοντας όλες τις περιοχές της χώρας και τα νησιά. Η υποδομή αυτή, αν και γηρασμένη λόγω ελλιπούς συντήρησης τα τελευταία χρόνια, αναδεικνύεται σήμερα σε πραγματικό θησαυρό για τη ΔΕΗ και τον ΔΕΔΔΗΕ, καθώς ο ρόλος των δικτύων διανομής αναβαθμίζεται τόσο λόγω του μετασχηματισμού της ενεργειακής αγοράς, όσο και των νέων αναγκών που διαμορφώνει η έλευση των τηλεπικοινωνιακών δικτύων πέμπτης γενιάς. ΙΝΤΙΜΕ 
 Στην κρυφή υπεραξία του ΔΕΔΔΗΕ, τη δυνατότητα δηλαδή να αποτελέσει το δίκτυό του βάση ανάπτυξης δικτύου κινητής τηλεφωνίας πέμπτης γενιάς (5G), «ποντάρει» η κυβέρνηση για να προσελκύσει μεγάλους επενδυτές στη διαδικασία πώλησης της θυγατρικής της ΔΕΗ.
Τα δίκτυα και ειδικά τα δίκτυα 5G που θα αλλάξουν την καθημερινότητα των ανθρώπων και την οικονομία παγκοσμίως τα επόμενα χρόνια, προσελκύουν τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον και σύμφωνα με εκτιμήσεις ο ΔΕΔΔΗΕ πληροί τις προϋποθέσεις για να αποτελέσει στόχο όσων δραστηριοποιούνται στον τομέα. Η νέα διοίκηση της ΔΕΗ του κ. Γιώργου Στάσση, εξάλλου, κινείται ήδη στην κατεύθυνση αξιοποίησης του δικτύου του ΔΕΔΔΗΕ, όπως φάνηκε από την παρουσία της εταιρείας στον διαγωνισμό για τη μεγαλύτερη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) (870 εκατ. ευρώ) που αφορά την ανάπτυξη ευρυζωνικών δικτύων πολύ υψηλών ταχυτήτων στις λεγόμενες «λευκές περιοχές» της χώρας, σε εκείνες δηλαδή που δεν έχουν εντάξει ακόμη στη στρατηγική τους οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι.
 Το γεγονός ότι η τεχνολογία 5G προϋποθέτει υποδομές με πυκνό δίκτυο οπτικών ινών που να υποστηρίζονται από παροχή ρεύματος, καθιστά τον ΔΕΔΔΗΕ σήμερα τη μοναδική εταιρεία που διαθέτει πανελλαδικά έτοιμο δίκτυο προς αξιοποίηση. Το δίκτυο διανομής του ΔΕΔΔΗΕ απλώνεται σε 239.236 χλμ. καλύπτοντας όλες τις περιοχές της χώρας και τα νησιά. 
Η υποδομή αυτή αν και γηρασμένη λόγω ελλιπούς συντήρησης τα τελευταία χρόνια, αναδεικνύεται σήμερα σε πραγματικό θησαυρό για τη ΔΕΗ και τον ΔΕΔΔΗΕ, καθώς ο ρόλος των δικτύων διανομής αναβαθμίζεται ενόψει του μετασχηματισμού της ενεργειακής αγοράς. 
Η διαχείριση της διάσπαρτης παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ καθώς αυτή θα αυξάνεται συνεχώς τα επόμενα χρόνια, με βάση τους στόχους της Ε.Ε. για την κλιματική αλλαγή, η διαχείριση της ζήτησης φορτίου με τρόπο που να εξυπηρετείται οικονομικά ο τελικός καταναλωτής, η φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων, ώστε να μην προκαλούνται επιπλέον αιχμές φορτίου και η ανάγκη για νέες επενδύσεις καθιστούν τον ρόλο των διαχειριστών διανομής κομβικό για το ευρωπαϊκό εγχείρημα ενός ενιαίου και βιώσιμου ενεργειακού συστήματος και προϋποθέτει σημαντικές επενδύσεις εκσυγχρονισμού για τη μετατροπή τους σε έξυπνα δίκτυα. 
Η αξιοποίηση των υποδομών του και για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών προσθέτει σημαντικές υπεραξίες και καθιστά στην παρούσα φάση τον ΔΕΔΔΗΕ ελκυστικότατο επενδυτικά χαρτοφυλάκιο. 
Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει τη μερική ιδιωτικοποίησή του ως ένα από τα διαρθρωτικά μέτρα της αγοράς ηλεκτρισμού, το οποίο θα συνδράμει παράλληλα και στην εξυγίανση και στην ανάπτυξη της ΔΕΗ. Ο σχεδιασμός για την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ περιλαμβάνει, όπως επισήμως έχει ανακοινωθεί, τη μεταφορά των παγίων που σήμερα ανήκουν στη ΔΕΗ στη θυγατρική της, η οποία σήμερα ελέγχει μόνο τη διαχείριση και την ανάπτυξη του δικτύου. 
Ο σχεδιασμός δεν έχει εξειδικευθεί περαιτέρω και δεν αναμένεται να ξεκινήσει πριν από την ολοκλήρωση του μπίζνες πλαν της ΔΕΗ που θα ολοκληρωθεί περί τα τέλη Δεκεμβρίου, ενώ θα υποστηριχθεί και από ανεξάρτητο οίκο που θα προσλάβει η ΔΕΗ. Ενόψει αυτής της διαδικασίας πάντως υπουργείο Ενέργειας και ΔΕΗ φέρονται να ξεκινούν από αποκλίνουσες απόψεις. 
Η πλευρά του υπουργείου βλέπει το σχέδιο ιδιωτικοποίησης του ΔΕΔΔΗΕ ξεκάθαρα ως μια διαρθρωτική αλλαγή για τη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού και τάσσεται υπέρ της ενιαίας πώλησης του δικτύου σε στρατηγικό επενδυτή. Το ζητούμενο για το υπουργείο είναι πρωτίστως ο εκσυγχρονισμός και η ανάπτυξη του δικτύου προς όφελος όλων των προμηθευτών που θα μπορούν να παρέχουν νέες υπηρεσίες και των καταναλωτών που θα επωφελούνται από τις δυνατότητες των έξυπνων μετρητών (project 1,5 δισ. ευρώ περίπου). 
 Η πλευρά της ΔΕΗ φέρεται να τάσσεται υπέρ της διάσπασης του δικτύου σε κομμάτια ανά γεωγραφική περιφέρεια και της παράλληλης διάθεσής τους με πακέτο πελατολογίου, ώστε να επιτευχθούν έτσι και οι στόχοι για μείωση των μεριδίων της. «Η διάσπαση του δικτύου θα οδηγήσει σε “δίκτυα πολλών ταχυτήτων”.
 Εμείς αντιμετωπίζουμε τα δίκτυα σαν μια ενιαία υποδομή και αυτό κάνουμε και με τα δίκτυα στο φυσικό αέριο. Ενοποιούμε τα δίκτυα της ΔΕΠΑ με αυτά της ΕΔΑ Αττικής και της ΔΕΔΑ κάτω από μια εταιρεία, ώστε να τα πουλήσουμε σε έναν επενδυτή για να τα αναπτύξει», αναφέρει η πλευρά του υπουργείου. Οι επιφυλάξεις της ΔΕΗ στην ενιαία πώληση φαίνεται να συνδέονται πάντως και με το γεγονός ότι ο ΔΕΔΔΗΕ αποτελεί σήμερα το μοναδικό κερδοφόρο περιουσιακό της στοιχείο. 
Αντίστοιχες επιφυλάξεις για το σχέδιο μερικής ιδιωτικοποίησης φαίνεται να εκφράζονται και από πλευράς των τραπεζών, οι οποίες βλέπουν στον ΔΕΔΔΗΕ ένα σταθερό ετήσιο έσοδο για τη ΔΕΗ που διασφαλίζει την ομαλή αποπληρωμή των δανείων της. Οι τελικές αποφάσεις θα συνδιαμορφωθούν έπειτα και από διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες. Η άποψη που επικρατεί πάντως στο υπουργείο Ενέργειας είναι ότι το θέμα της έκθεσης των τραπεζών μπορεί να αντιμετωπιστεί με το να κατευθυνθεί ένα μέρος του τιμήματος που θα εισπράξει η ΔΕΗ για την αποπληρωμή του χρέους της. 
Η ΔΕΗ επίσης θα ωφεληθεί, εκτιμά το υπουργείο, καθώς θα μπορεί να αξιοποιήσει μέρος του τιμήματος που θα εισπράξει από την πώληση του ΔΕΔΔΗΕ για να χρηματοδοτήσει επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε άλλους τομείς.

 Ενδιαφέρον κολοσσών από Ευρώπη και Κίνα 
 Τις τελικές αποφάσεις της κυβέρνησης για τον ΔΕΔΔΗΕ αναμένουν, μεταξύ άλλων, οι μεγαλύτεροι διαχειριστές της Ευρώπης αλλά και εταιρείες από τρίτες χώρες όπως η Κίνα. Κάποιοι μάλιστα εξ αυτών, όπως η γερμανική ΕΟΝ, έχουν εκφράσει επισήμως το ενδιαφέρον τους για το δίκτυο διανομής της Ελλάδας στον πρωθυπουργό Κυρ. Μητσοτάκη κατά το πρόσφατο ταξίδι του στη Γερμανία. 
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ΕΟΝ προχώρησε στην ενοποίηση του δικτύου της με το δίκτυο της Ιnnogy (θυγατρική εταιρεία διανομής της RWE), η οποία εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Σεπτέμβριο του 2019. Βέβαιο θεωρείται και το ενδιαφέρον της γαλλικής ΕNEDIS (θυγατρική εταιρεία διανομής της ΕDF), καθώς και της ιταλικής ΕΝΕL. Oι Ευρωπαίοι διαχειριστές δικτύων πέραν της αξίας των παγίων του ΔΕΔΔΗΕ βλέπουν και τεράστιες ευκαιρίες ανάπτυξης, αφού πρόκειται για ένα παλαιωμένο δίκτυο που χρήζει εκσυγχρονισμού και βέβαια προσδοκούν και στις κρυφές υπεραξίες που προσφέρει η αξιοποίηση του δικτύου για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών. 
Το άμεσο project είναι η εγκατάσταση των έξυπνων μετρητών που αποτελεί δεσμευτική υποχρέωση της χώρας έναντι σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας, βάσει της οποίας τα κράτη-μέλη θα πρέπει να αντικαταστήσουν το 80% των συμβατικών μετρητών με έξυπνους μέχρι το 2020. Ο προϋπολογισμός για το συνολικό project υπολογίζεται σε περίπου 1,5 δισ. ευρώ.
 Οι επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη δικτύων διανομής ανακτώνται μέσω ρυθμιζόμενου ετήσιου εσόδου που ορίζει η ΡΑΕ και το οποίο επιμερίζεται στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος ως τέλος χρήσης δικτύου. 
Επενδυτικό ενδιαφέρον για το δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ εκφράστηκε όμως και από την Κίνα στις επαφές που είχε στη Σαγκάη ο επικεφαλής της ΔΕΗ κ. Γιώργος Στάσσης. Μεταξύ αυτών, η China Three Gorges, η οποία ελέγχει μερίδιο της πορτογαλικής ΕDP, η CHINT η οποία εξειδικεύεται στους έξυπνους μετρητές και στα φωτοβολταϊκά, καθώς και η ΖΤΕ, εταιρεία παροχής τηλεπικοινωνιών, η οποία δήλωσε ότι ενδιαφέρεται για την εγκατάσταση οπτικών ινών στο δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ. H China Intellectual Electric Power, η μεγαλύτερη κινεζική εταιρεία παραγωγής φωτοβολταϊκών εξέφρασε ενδιαφέρον για κοινά έργα με τη ΔΕΗ στην Ελλάδα αλλά και για την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής φωτοβολταϊκών πάνελ, ενώ η FUTONG για επενδύσεις στον τομέα της αποθήκευσης ενέργειας.


 https://www.kathimerini.gr