Eδώ και σχεδόν μιάμιση
δεκαετία ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας είναι
θεωρητικά απελευθερωμένος. Άλλα τόσα χρόνια διαρκεί το σίριαλ των
παραπόνων, των αντιθέσεων, των... αντιπαραθέσεων και των εντάσεων
μεταξύ φορέων και παραγόντων, καθώς η κάθε πλευρά προσπαθεί να
αποσπάσει όσο γίνεται περισσότερες θετικές - για τα δικά της συμφέροντα -
νομοθετικές παρεμβάσεις.
Από το 1999, λοιπόν, το θεσμικό πλαίσιο έχει αλλάξει αμέτρητες φορές, ενώ εκατοντάδες είναι οι τροποποιητικές ρυθμίσεις, οι οποίες έχουν δημιουργήσει ένα δαιδαλώδες πλέγμα νομοθετημάτων, που κάθε άλλο παρά βοηθάει στην ανάπτυξη της αγοράς, όπως ήταν και ο αρχικός στόχος της «απελευθέρωσης».
Κατανοώντας την ανάγκη για αλλαγές στο ισχύον καθεστώς, αλλά και διαπιστώνοντας πως η σημερινή κατάσταση δεν πάει άλλο, η σημερινή διοίκηση της ΡΑΕ έθεσε σε δημόσια διαβούλευση από το τέλος Ιουλίου τις προτάσεις της για την αναδιοργάνωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Επιχειρώντας να κάνει όσα δεν έγιναν κατά την προηγούμενη
15ετία και να παρέμβει εκεί που δεν τόλμησαν διάφοροι αρμόδιοι (αλλά
παντελώς άσχετοι με το αντικείμενο), ώστε να διαμορφώσουν ένα νέο
θεσμικό πλαίσιο, που να ανταποκρίνεται στις σημερινές συνθήκες.
Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι οι πρώτοι νόμοι για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού ψηφίστηκαν τη δεκαετία του ’90, όταν την εγχώρια αγορά μονοπωλούσε η ΔΕΗ και στα τρία στάδιά της (παραγωγή, μεταφορά, διανομή).
Σήμερα, οι ιδιωτικές μονάδες παράγουν σχεδόν το 23% του ηλεκτρισμού που καταναλώνεται σε όλη την Ελλάδα, ενώ κυριαρχούν σε ορισμένες τεχνολογίες, όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Την ίδια στιγμή, η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, παράλληλα με την απώλεια κι άλλων μεριδίων στην παραγωγή και τη διανομή, μπορεί να προκαλέσει ισχυρές αναταράξεις, με συνθήκες χάους και απόλυτης αναρχίας στην αγορά.
Δεν είναι εμπόρευμα
Η ηλεκτρική ενέργεια, ωστόσο, δεν αποτελεί ένα εμπόρευμα που εάν λείψει από τα ράφια ενός καταστήματος δεν θα προκαλέσει κάποιες παρενέργειες. Οι σύγχρονες κοινωνίες «νεκρώνουν» χωρίς ρεύμα, δημιουργώντας συνθήκες κόλασης (είτε με καύσωνα, είτε με κρύο) για τους καταναλωτές.
Ακριβώς αυτές τις καταστάσεις επιχειρεί να προλάβει η ΡΑΕ, με τη δημόσια διαβούλευση σχετικά με το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Η διαβούλευση διήρκεσε περίπου τρεις μήνες και συμμετείχαν όλοι οι φορείς της αγοράς, επιχειρήσεις και παράγοντες που γνωρίζουν το αντικείμενο. Ήδη, η ΡΑΕ έχει ξεκινήσει την επεξεργασία των θέσεων που έχουν διατυπώσει οι φορείς και οι παράγοντες της αγοράς και στη συνέχεια θα κωδικοποιήσει τις αλλαγές που είναι αναγκαίες. Η τελική μορφή των προτάσεων θα παρουσιαστεί σε ειδική ημερίδα που αναμένεται να γίνει το αμέσως επόμενο διάστημα, ώστε να υπάρξει και δημόσια συζήτηση, με ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των ενδιαφερόμενων πλευρών.
Στη συνέχεια, οι κωδικοποιημένες προτάσεις θα κατατεθούν στο υπουργείο ΠΕΚΑ, για έναν ακόμη γύρο (τελικής αυτή τη φορά) διαβούλευσης και στη συνέχεια θα προωθηθούν προς ψήφιση στη Βουλή υπό τη μορφή ενιαίου νομοσχεδίου.
Οι πάντες συμφωνούν στο ότι είναι απαραίτητο το νέο
πλαίσιο να δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε η αγορά να λειτουργεί με
ενιαίους και ισότιμους για όλους κανόνες, με αυστηρή εποπτεία από τις
αρμόδιες αρχές και με γνώμονα την κάλυψη των εθνικών αναγκών σε βάθος
χρόνου.
Οι πάντες, επίσης, δίνουν όρκους για τον τελικό στόχο, που είναι η παραγωγή και διάθεση όσο γίνεται φθηνότερης ηλεκτρικής ενέργειας, προς όφελος των καταναλωτών και της εθνικής οικονομίας.
Ωστόσο, τα διαθέσιμα στοιχεία, τόσο για τη χώρα μας όσο και για τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου η «απελευθέρωση» λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια, οδήγησαν σε πολύ ακριβότερο ρεύμα. Ένα και μόνο στοιχείο για τις τιμές στην ελληνική αγορά αποτυπώνει την πραγματικότητα, η οποία δεν έχει να κάνει μόνο με τις στρεβλώσεις, αλλά κυρίως με το γεγονός ότι η ανεξέλεγκτη ιδιωτικοποίηση στρατηγικών τομέων της οικονομίας καλλιεργεί το έδαφος για κερδοσκοπία από εκείνους που εκμεταλλεύονται καταστάσεις και πουλάνε την ενέργεια όπως και οποιοδήποτε άλλο προϊόν: με υψηλά ποσοστά κέρδους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, στην Ελλάδα την τελευταία 10ετία (από το 2001 έως το 2011) οι τιμές κατανάλωσης ρεύματος στη βιομηχανία αυξήθηκαν κατά 60,6% (!!!) από τα 57,1 ευρώ/MWh σε 91,7 ευρώ, ενώ στην οικιακή κατανάλωση το άλμα των τιμών σχεδόν διπλασίασε το κόστος (81,7%). Να σημειωθεί, επίσης, ότι ακόμη και στην ισχυρή Γερμανία, όπου η απελευθέρωση των ενεργειακών αγορών «τρέχει» πολύ περισσότερα χρόνια, στην τελευταία 10ετία οι βιομηχανίες πληρώνουν κατά 34,5% ακριβότερα το ρεύμα και οι απλοί καταναλωτές έχουν επιβαρυνθεί κατά 15,25%.
Στα ίδια στοιχεία (Eurostat) και για το ίδιο διάστημα (10ετία) δεν υπάρχει ούτε μία χώρα της Ε.Ε. που να εμφανίζει μειώσεις στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Ακραίο παράδειγμα είναι η εξωκοινοτική Νορβηγία, όπου οι τιμές τριπλασιάστηκαν! Παράλληλα, παρατηρείται ένα «άνοιγμα» στην ψαλίδα των τιμολογίων προς τη βιομηχανία και τους καταναλωτές, καθώς σε πολλές περιπτώσεις (όπως είναι και η Ελλάδα) στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας οι τιμές βιομηχανικού και οικιακού ρεύματος ήταν περίπου στα ίδια επίπεδα, ενώ σήμερα το τιμολόγιο για τους απλούς καταναλωτές έχει ξεφύγει και είναι κατά πολύ ακριβότερο.
new.topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου